επταετις

επταετις
    ἑπταέτις
    -ιδος Anth. adj. f к ἑπταετής См. επταετης

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "επταετις" в других словарях:

  • ἑπταέτις — seven years old fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑπταέτιν — ἑπταέτις seven years old fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επταετής — ές (AM ἑπταετής, ές, Α και ἑπταετής, ἑπταέτις, ἑπταετές) 1. ηλικίας επτά ετών 2. διάρκειας επτά ετών αρχ. (το ουδ. ως επίρρ.) ἑπταετές επί επτά έτη, για επτά ολόκληρα χρόνια …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»